ΕΡΓΑΣΙΑ >> 16. Διαβάστε: «Η Αντιμετώπιση της Εξάντλησης στην Καθημερινή Εργασία».

Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΞΑΝΤΛΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Να δουλεύει κανείς ή να μη δουλεύει; Ιδού η απορία. Αυτό που έρχεται στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων σχετικά μ’ αυτό το ερώτημα είναι η ΕΞΑΝΤΛΗΣΗ.

Όταν έχει μείνει κανείς πολύ καιρό σε μια δουλειά και έχει υποστεί πολλή κακομεταχείριση σ’ αυτή τη δουλειά, αρχίζει να πιστεύει ότι το να δουλέψει κι άλλο θα ξεπερνούσε πια κατά πολύ τα όρια της αντοχής του. Είναι κουρασμένος. Η σκέψη τού να κάνει ορισμένα πράγματα τον κουράζει. Σκέφτεται ν’ αυξήσει την ενεργητικότητά του ή να σπρώξει λίγο ακόμη τον εαυτό του για να φτάσει λίγο παραπέρα. Αλλά, αν το κάνει αυτό, σκέφτεται σε λάθος μονοπάτι, μια και η λύση για την εξάντληση σχετίζεται λίγο έως καθόλου με τις σωματικές δυνάμεις.

Η εξάντληση είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα, όχι μόνο γι’ αυτόν που προσπαθεί να εξασφαλίσει τα προς το ζην αλλά και για την πολιτεία επίσης.

Η Σαηεντολογία έχει αποδείξει πλήρως το γεγονός ότι ο κατήφορος ενός ανθρώπου αρχίζει όταν δεν είναι πλέον ικανός να εργαστεί. Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις για να εξευτελίσεις ή να αναστατώσεις ένα άτομο είναι να το εμποδίσεις να εργαστεί. Ακόμα κι η αστυνομία αναγνωρίζει τώρα τη βασική αρχή της Σαηεντολογίας σύμφωνα με την οποία εκείνο που κατά πρώτον και κύριον δεν πηγαίνει καλά μ’ έναν εγκληματία είναι το ότι δεν μπορεί να εργαστεί.Η αστυνομία έχει αρχίσει να ψάχνει γι’ αυτό τον παράγοντα σ’ ένα άτομο για ν’ αποδείξει ότι είναι εγκληματίας.

Το θέμα της εξάντλησης συμπίπτει επίσης με το θέμα της «παρεμποδισμένης εργασίας». Στην περίπτωση στρατιωτών και ναυτών που εισάγονται στο νοσοκομείο κατά τη διάρκεια του πολέμου, διαπιστώνεται ότι μερικοί μήνες στο νοσοκομείο έχουν την τάση να σπάνε το ηθικό του στρατιώτη ή του ναύτη σε τέτοιο σημείο, που να είναι αμφίβολο αν θα είναι χρήσιμος για την υπηρεσία του, όταν επιστρέψει. Αυτό δεν είναι απαραίτητα το αποτέλεσμα των μειωμένων ικανοτήτων του. Είναι το αποτέλεσμα του τραυματισμού, που έχει επιβαρυνθεί από την απραξία. Ο στρατιώτης που τραυματίστηκε και περιθάλπεται σ’ ένα στρατιωτικό νοσοκομείο κοντά στο μέτωπο, κι έπειτα στέλνεται πίσω στο καθήκον τη στιγμή που η κατάστασή του του επιτρέπει να σηκώσει το βάρος τέτοιων καθηκόντων, διατηρεί σε μεγάλο βαθμό το ηθικό του, όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε. Φυσικά, ο τραυματισμός που δέχτηκε έχει την τάση να τον απωθεί από το επίπεδο δράσης που κάποτε θεωρούσε ως το καλύτερο. Αλλά, ακόμα κι έτσι, είναι σε καλύτερη κατάσταση από το στρατιώτη που στέλνεται σε κάποιο νοσοκομείο στα μετόπισθεν. Ο τελευταίος έχει την εντύπωση ότι του λένε πως δεν είναι ιδιαίτερα απαραίτητος στον πόλεμο.

Επειδή ποτέ δεν είχαν πραγματικά κατανοηθεί αυτές οι αρχές, η λέξη «εξάντληση» άρχισε να συσχετίζεται γενικά με τη «νεύρωση». Αυτό βασίστηκε απλώς στο γεγονός ότι οι άνθρωποι με νεύρωση δείχνουν εξαντλημένοι. Δεν υπήρχε καμιά άλλη σχέση πέρα από αυτήν. Στην πραγματικότητα, εκείνος στον οποίο αρνήθηκαν το δικαίωμα εργασίας, ιδιαίτερα εκείνος που τραυματίστηκε κι έπειτα του αρνήθηκαν το δικαίωμα εργασίας, θα βρεθεί τελικά αντιμέτωπος με την εξάντληση.

Στη Σαηεντολογία έχει βρεθεί πως, από τεχνικής άποψης, δεν είναι αλήθεια ότι η «συνεχής επαφή με κάτι, προκαλεί τη βαθμιαία μείωση, των δυνάμεων ενός ατόμου». Δεν εξαντλείται κανείς απλά και μόνο επειδή δούλεψε για πάρα πολύ χρόνο ή πάρα πολύ σκληρά. Εξαντλείται κανείς όταν έχει δουλέψει αρκετά ώστε να διεγερθεί εκ νέου κάποιος παλιός τραυματισμός. Ένα από τα χαρακτηριστικά αυτού του τραυματισμού θα είναι η «εξάντληση». Η χρόνια εξάντληση, επομένως, δεν προέρχεται από τις υπερωρίες και την κοπιαστική εργασία. Προέρχεται από τη συσσώρευση των χτυπημάτων και των τραυματισμών που συμβαίνουν στη ζωή· πιθανώς δε διαρκούν πάνω από μερικά δευτερόλεπτα με μερικές ώρες το καθένα και πιθανώς δεν ξεπερνούν τις πενήντα με εβδομήντα πέντε ώρες συνολικά. Αλλά αυτή η συσσώρευση –η συσσώρευση των τραυματισμών, της αποστροφής και των χτυπημάτων– καταλήγει τελικά σε πλήρη ανικανότητα του ατόμου να κάνει οτιδήποτε.

Η εξάντληση, επομένως, μπορεί να καλλιεργηθεί σ’ ένα άτομο, με το να αρνούμαστε να του επιτρέψουμε, όταν είναι παιδί, να παίξει οποιονδήποτε ρόλο στην κοινωνία. Ή μπορεί να του επιβληθεί βίαια από τους διάφορους τραυματισμούς ή χτυπήματα που μπορεί να έχει δεχτεί κατά τις συγκεκριμένες ασχολίες του. Αν διορθώσεις ένα από αυτά τα δύο σημεία, θα έχεις θεραπεύσει την εξάντληση. Η εξάντληση, επομένως, είναι στην πραγματικότητα το αντικείμενο ενός ατόμου που ασκεί τη Σαηεντολογία – αφού μόνο ένας Σαηεντολόγος μπορεί να τη χειριστεί επαρκώς.

Υπάρχει ένα σημείο, ωστόσο, που βρίσκεται κάτω από την εξάντληση. Αυτό είναι το σημείο στο οποίο δε γνωρίζει κανείς πότε είναι κουρασμένος. Ένα άτομο μπορεί να γίνει κάτι σαν μια υστερική μαριονέτα, η οποία συνεχίζει να δουλεύει και να δουλεύει χωρίς καν να συνειδητοποιεί ότι δουλεύει, και ξαφνικά καταρρέει από κούραση την οποία δεν ένιωθε.

Σ’ αυτή την περίπτωση, το άτομο δεν έχει καταφέρει να ελέγξει κάποια πράγματα. Στο τέλος, είναι ανίκανος να χειριστεί οτιδήποτε μοιάζει, έστω, με εργαλεία του επαγγέλματος ή με περιβάλλον εργασίας, κι έτσι δεν είναι σε θέση να βρίσκεται σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον ή να χειρίζεται τέτοια εργαλεία. Μπορεί τότε να του πετάξουν πολλές βαριές κουβέντες . Μπορεί να τον αποκαλέσουν «τεμπέλη», μπορεί να τον αποκαλέσουν «αλήτη», μπορεί να τον αποκαλέσουν «εγκληματία». Αλλά η αλήθεια είναι ότι, χωρίς τη βοήθεια ειδικού, όσο δύσκολο του είναι να βουτήξει στο κέντρο της Γης, το ίδιο δύσκολο του είναι να διορθώσει την κατάστασή του.

Υπάρχουν, ωστόσο, κάποια μέσα για ν’ ανακτήσει κανείς τις δυνάμεις του και τον ενθουσιασμό του για δουλειά και χωρίς τη βοήθεια ενός ατόμου που ασκεί τη Σαηεντολογία. Αυτά είναι σχετικά απλά και είναι πολύ εύκολο να κατανοηθούν.

Εξωστρέφεια-εσωστρέφεια.

Υπάρχει κάτι που στη Σαηεντολογία ονομάζουμε ΕΣΩΣΤΡΕΦΕΙΑ.

Καθώς και κάτι άλλο το οποίο ονομάζουμε ΕΞΩΣΤΡΕΦΕΙΑ.

Η εσωστρέφεια είναι ένα απλό πράγμα. Σημαίνει «να κοιτάζεις προς τα μέσα από πάρα πολύ κοντά».

Και η εξωστρέφεια είναι επίσης ένα απλό πράγμα. Δε σημαίνει τίποτα περισσότερο από το «να είσαι σε θέση να κοιτάζεις προς τα έξω».

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι υπάρχουν «εσωστρεφείς χαρακτήρες» και «εξωστρεφείς χαρακτήρες». Εξωστρεφής χαρακτήρας είναι εκείνος που μπορεί να κοιτάζει τριγύρω στο περιβάλλον. Ο εσωστρεφής χαρακτήρας μπορεί να κοιτάζει μόνο προς τα μέσα, στον εαυτό του.

Το άτομο που μπορεί να κοιτάζει τον κόσμο γύρω του και να τον βλέπει πολύ αληθινό και πολύ λαμπερό, βρίσκεται, φυσικά, σε κατάσταση εξωστρέφειας. Μπορεί, μ’ άλλα λόγια, να «δει προς τα έξω». Μπορεί επίσης να δουλέψει. Μπορεί να δει καταστάσεις και να χειριστεί και να ελέγξει εκείνα τα πράγματα που χρειάζεται να χειριστεί και να ελέγξει και μπορεί να μείνει αμέτοχος και να παρακολουθήσει εκείνα τα πράγματα που δε χρειάζεται να ελέγξει, και να ενδιαφερθεί, επομένως, γι’ αυτά.

Το άτομο που είναι εσωστρεφές, είναι ένα άτομο που έχει πιθανόν ξεπεράσει τα όρια της εξάντλησης εδώ και κάποιο καιρό. Εστίαζε την προσοχή του όλο και πιο κοντά στον εαυτό του (βασικά εξαιτίας παλιών τραυματισμών που μπορούν ακόμη να ασκούν την επιρροή τους επάνω του) μέχρι που έφτασε να κοιτάζει προς τα μέσα και όχι προς τα έξω. Αποφεύγει όντως τα στερεά αντικείμενα Δεν αντιλαμβάνεται τους άλλους ανθρώπους και τα πράγματα γύρω του ως αληθινά.

Ας πάρουμε τώρα το ίδιο το θέμα της δουλειάς.

Η δουλειά συνίσταται στο «να βάζουμε την προσοχή μας και να ενεργούμε πάνω σε ανθρώπους ή αντικείμενα που βρίσκονται στο χώρο».

Όταν κάποιος δεν είναι πια σε θέση ν’ αντιμετωπίζει ανθρώπους ή αντικείμενα ή το χώρο στον οποίο βρίσκονται χωρίς να ταράζεται ή να αποφεύγει, αρχίζει να αισθάνεται σαν χαμένος. Αρχίζει να κινείται μέσα σε μια ομίχλη. Τα πράγματα δεν του φαίνονται αληθινά και είναι σχετικά ανίκανος να ελέγξει αυτά τα πράγματα γύρω του. Έχει ατυχήματα, είναι κακότυχος, υπάρχουν πράγματα που στρέφονται εναντίον του επειδή απλώς δεν τα χειρίζεται ή δεν τα ελέγχει ή δεν τα παρατηρεί καν σωστά. Το μέλλον τού φαίνεται πολύ άσχημο, και μερικές φορές τόσο άσχημο που δεν μπορεί να το αντικρίσει. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό το άτομο είναι ιδιαίτερα εσωστρεφές.

Στη δουλειά, η προσοχή του είναι καρφωμένη σ’ αντικείμενα τα οποία απέχουν συνήθως το πολύ ένα μέτρο από τον ίδιο. Τα πράγματα που προσέχει περισσότερο είναι εκείνα που μπορεί να φτάνει με τα χέρια του. Μ’ αυτό τον τρόπο, παύει να είναι εξωστρεφής και η προσοχή του συγκεντρώνεται το πολύ πολύ σε κάποιο σημείο που βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του και προσηλώνεται εκεί. Αν αυτό το σημείο είναι παρεμφερές με κάποιο παλαιό περιστατικό τραυματισμού ή εγχείρηση, είναι πιθανό να προσηλώσει την προσοχή του και σε κάποιο σημείο στο παρελθόν, διεγείροντας εκ νέου κάποια δυσάρεστη ανάμνηση – το αποτέλεσμα είναι να αποκτά τους πόνους, τις αρρώστιες και το αίσθημα της κούρασης, της απάθειας ή της υποαπάθειας που είχε κατά τη διάρκεια εκείνης της στιγμής που χτύπησε. Επειδή η προσοχή του είναι διαρκώς καρφωμένη εκεί έχει φυσικά την τάση να κοιτάζει μονάχα εκεί, ακόμα κι όταν δε δουλεύει.

Ας πάρουμε για παράδειγμα ένα λογιστή. Ο λογιστής έχει το βλέμμα του σε βιβλία που βρίσκονται σε σταθερές αποστάσεις από τα μάτια του. Τελικά γίνεται «κοντόφθαλμος» Στην πραγματικότητα δε γίνεται κοντόφθαλμος, γίνεται «βιβλιόφθαλμος». Τα μάτια του έχουν την τάση να προσηλώνονται σε ένα σημείο ορισμένης απόστασης. Τώρα, καθώς προσηλώνει εκεί την προσοχή του, τείνει να αποτραβιέται ακόμα κι από αυτό το σημείο, ώσπου, τελικά, δε φτάνει καλά καλά ούτε τα ίδια του τα βιβλία. Στη συνέχεια βάζει γυαλιά για να μπορεί να δει τα βιβλία πιο καθαρά. Η όρασή του και η προσοχή του είναι σχεδόν το ίδιο πράγμα.

Το άτομο που έχει μια μηχανή ή βιβλία ή αντικείμενα συνεχώς σε μια σταθερή απόσταση από το ίδιο, έχει την τάση, όταν φεύγει από τη δουλειά του, να κρατάει προσηλωμένη την προσοχή του ακριβώς εκεί που ήταν η δουλειά του. Μ’ άλλα λόγια, η προσοχή του δε φεύγει ποτέ πραγματικά από τη δουλειά του. Παρ’ όλο που γυρίζει σπίτι εξακολουθεί πραγματικά να «κάθεται στο γραφείο». Η προσοχή του εξακολουθεί να είναι προσηλωμένη στο περιβάλλον της δουλειάς του. Αν αυτό το περιβάλλον είναι παρεμφερές με το περιβάλλον κάποιου χτυπήματος ή ατυχήματος (και ποιος δεν έχει τουλάχιστον ένα απ’ αυτά;) αρχίζει να νιώθει κούραση.

Υπάρχει κάποια θεραπεία γι’ αυτό; Ασφαλώς, μόνο ένα εκπαιδευμένο άτομο που ασκεί τη Σαηεντολογία θα μπορούσε να χειριστεί πλήρως αυτή τη δυσκολία. Αλλά υπάρχει κάτι που μπορεί να κάνει κι ο εργαζόμενος.

Τώρα, να τι δεν πρέπει να κάνει κάποιος, άσχετα με το αν η δουλειά του είναι να κρατάει τα βιβλία, αν είναι λογιστής, υπάλληλος, διευθυντής ή μηχανουργός. Αυτό που δεν πρέπει να κάνει είναι να φύγει από τη δουλειά, να πάει στο σπίτι, να καθίσει και να προσηλώσει την προσοχή του σε κάποιο αντικείμενο που απέχει από αυτόν το ίδιο περίπου με τα αντικείμενα που αντικρίζει συνεχώς στη δουλειά του.

Στην περίπτωση ενός εργοδηγού, για παράδειγμα, που μιλάει συνεχώς σε ανθρώπους που βρίσκονται σε ορισμένη απόσταση από τον ίδιο, αυτό που δεν πρέπει να κάνει είναι να πάει στο σπίτι και να μιλήσει στη γυναίκα του στην ίδια απόσταση. Εκείνη, πριν καλά καλά το καταλάβει, θα παίρνει εντολές, ακριβώς σαν να ήταν ένας από τους εργάτες του εργοστασίου!

Σίγουρα, αυτό που δεν πρέπει να κάνει κάποιος είναι να πάει σπίτι και να καθίσει, να διαβάσει εφημερίδα, να φάει βραδινό και να πάει για ύπνο. Αν ένας άνθρωπος είχε την τακτική να δουλεύει όλη μέρα, κι έπειτα να κάθεται «να ξεκουράζεται» μ’ ένα βιβλίο ή μια εφημερίδα το βραδάκι, είναι σίγουρο ότι αργά ή γρήγορα θ’ άρχιζε να νιώθει σοβαρά εξαντλημένος. Και λίγο αργότερα, θα έπεφτε ακόμα χαμηλότερα και δε θ’ απορούσε καν με την απροθυμία του να κάνει κάποιες δουλειές που κάποτε του ήταν πολύ εύκολες.

Υπάρχει κάτι που θα ’πρεπε να κάνει; Ναι, υπάρχει. Το άτομο που είναι συνεχώς προσηλωμένο σε κάποιο αντικείμενο της δουλειάς θα πρέπει να προσηλώνει την προσοχή του σε κάτι άλλο μετά τις ώρες εργασίας.

«Κάνε έναν περίπατο»

Υπάρχει μία διαδικασία στη Σαηεντολογία που είναι γνωστή ως:

ΚΑΝΕ ΕΝΑ ΠΕΡΙΠΑΤΟ.

Είναι πολύ εύκολο να εκτελέσεις αυτό το πρόσες.

Όταν αισθάνεται κανείς κουρασμένος την ώρα που σχολάει από τη δουλειά του, θα πρέπει να βγει έξω και να περπατήσει γύρω από το τετράγωνο ώσπου να νιώσει ξεκούραστος – ακόμη κι αν η σκέψη και μόνο να το κάνει αυτό είναι σχεδόν το μόνο πράγμα που μπορεί ν’ ανεχτεί χωρίς να σωριαστεί στο πάτωμα. Με λίγα λόγια, θα πρέπει να περπατήσει γύρω από το τετράγωνο και να κοιτάζει τα πράγματα γύρω του ώσπου να τα βλέπει. Δεν παίζει ρόλο πόσες φορές θα κάνει το γύρο του τετραγώνου, θα πρέπει να περπατήσει γύρω από το τετράγωνο ώσπου να αισθανθεί καλύτερα.

Μια απλή θεραπεία για την εξάντληση είναι το Κάνε ένα Περίπατο. Το άτομο κάνει απλώς το γύρο του τετραγώνου και κοιτάζει πράγματα.

Καθώς συνεχίζει να περπατά γύρω από το τετράγωνο και να κοιτάζει πράγματα...

...το αίσθημα εξάντλησης μπορεί να εξαφανιστεί και το άτομο αισθάνεται ότι έχει περισσότερη ενέργεια.

Διαπιστώνουμε ότι, όταν κάποιος το κάνει αυτό, νιώθει μεγαλύτερη ζωντάνια στην αρχή και έπειτα πολύ μεγαλύτερη κούραση. Θα κουραστεί αρκετά ώστε να «ξέρει» τώρα ότι θα πρέπει να πάει για ύπνο και να κοιμηθεί καλά. Ωστόσο, δεν είναι ακόμη ώρα να σταματήσει να περπατάει, εφόσον περνάει μέσα από την εξάντληση περπατώντας, «αποβάλλει» την εξάντλησή του περπατώντας. Δε θεραπεύει την εξάντληση με σωματική άσκηση. Η σωματική άσκηση εθεωρείτο πάντα ως ο πιο σημαντικός παράγοντας, αλλά δεν παίζει και μεγάλο ρόλο. Ο παράγοντας που είναι σημαντικός είναι το να ξεκολλήσει κανείς την προσοχή του από τη δουλειά του και να την κατευθύνει στον υλικό κόσμο στον οποίο ζει.

Οι Μάζες είναι πραγματικές. Για να αυξήσει κανείς τη στοργή και την επικοινωνία, προϋπόθεση είναι να μπορεί να αντιμετωπίζει και να ανέχεται τις μάζες. Έτσι, αν περπατήσει γύρω από το τετράγωνο κοιτάζοντας τα κτίρια, θα ανέβει στην Τονική Κλίμακα. Όταν κάποιος είναι τόσο κουρασμένος που μετά βίας σέρνεται ή είναι τόσο κουρασμένος που δεν είναι σε θέση να ξεκουραστεί καθόλου από την υπερένταση, είναι πραγματικά απαραίτητο να αντιμετωπίσει μάζες. Απλώς βρίσκεται χαμηλά στην Τονική Κλίμακα. Είναι μάλιστα αμφίβολο αν υπάρχει κάτι τέτοιο όπως «μείωση των σωματικών δυνάμεων». Φυσικά, υπάρχει κάποιο όριο σ’ αυτή τη διαδικασία. Δεν μπορεί κανείς να δουλεύει όλη μέρα, να περπατάει γύρω από το τετράγωνο όλη νύχτα και να πηγαίνει ξανά στη δουλειά την επομένη και να περιμένει, παρ’ όλα αυτά, να νιώθει αναπαυμένος. Αλλά θα πρέπει σίγουρα να αφιερώνει κάποιο χρόνο σε εξωστρέφεια μετά από μια μέρα εσωστρέφειας.

Το πρόσες Κάνε έναν Περίπατο είναι, σε λογικά όρια, σχεδόν πανάκεια.

Αν κάποιος αισθάνεται εχθρικά απέναντι στη γυναίκα του, αυτό που δεν πρέπει να κάνει είναι να «τη δείρει»! Εκείνο που πρέπει να κάνει είναι να βγει έξω και να περπατήσει γύρω από το τετράγωνο ώσπου να νιώσει καλύτερα και να βάλει κι εκείνη να περπατήσει γύρω από το τετράγωνο προς την αντίθετη κατεύθυνση ώσπου να επιτευχθεί εξωστρέφεια από την κατάσταση – θ’ ανακαλύψουμε ότι όλοι οι οικογενειακοί καβγάδες, και ιδιαίτερα εκείνοι μεταξύ εργαζομένων, προέρχονται από το γεγονός ότι κάποιος, λόγω υπερβολικής προσήλωσης (και όχι καταπόνησης) στη δουλειά του και στις καταστάσεις που συνδέονται μ’ αυτή, δεν έχει καταφέρει να ελέγξει ορισμένα πράγματα στο περιβάλλον της δουλειάς του. Έπειτα γυρίζει σπίτι και ψάχνει να βρει κάτι που να μπορεί να ελέγξει. Αυτό είναι συνήθως ο/η σύζυγος ή τα παιδιά. Και όταν αποτυχαίνει ακόμα κι εκεί, έχει την τάση να χειροτερεύει υπερβολικά..

Η εξωστρέφεια της προσοχής είναι τόσο απαραίτητη όσο κι η ίδια η δουλειά. Δεν υπάρχει τίποτε το κακό, πραγματικά, στο να εσωστρέφει κανείς την προσοχή του ή στο να δουλεύει. Αν δεν είχε κανείς κάτι για να ενδιαφέρεται, θα κατέρρεε ολοκληρωτικά. Αλλά, όταν κάποιος δουλεύει, θα βρεθεί ότι κάποια αφύσικη κούραση τείνει να κάνει την εμφάνισή της. Όταν διαπιστώνουμε ότι αυτό συμβαίνει, η λύση δεν είναι «να πέφτουμε σε αναισθησία» για μερικές ώρες –όπως με τον ύπνο– αλλά να εξωστρέφουμε πραγματικά την προσοχή μας κι έπειτα να βυθιζόμαστε σ’ έναν ύπνο που θα μας χαλαρώσει πραγματικά.

Αυτές οι αρχές της εξωστρέφειας και της εσωστρέφειας έχουν πολλές προεκτάσεις. Και παρ’ όλο που το πρόσες Κάνε έναν Περίπατο είναι τόσο απλό που είναι για γέλια σχεδόν, υπάρχουν πολλά πιο περίπλοκα πρόσες της Σαηεντολογίας σε περίπτωση που επιθυμεί κανείς ν’ ασχοληθεί με κάτι πιο περίπλοκο. Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις, το πρόσες Κάνε έναν Περίπατο θα χειριστεί ένα τεράστιο αριθμό δυσκολιών που συνοδεύουν τη δουλειά.

Να θυμάσαι ότι, όταν κάποιος το εφαρμόσει, θα νιώσει πιο κουρασμένος στην αρχή και στη συνέχεια θα νιώσει πιο ξεκούραστος. Αυτό είναι ένα φαινόμενο που έχουν προσέξει οι αθλητές. Ονομάζεται «καινούργιο ξεκίνημα». Το καινούργιο ξεκίνημα συνίσταται, στην πραγματικότητα, στο να παίρνει αρκετό περιβάλλον και αρκετή μάζα προκειμένου «ν’ αποβάλει» την εξάντληση του τελευταίου αγώνα. Δεν υπάρχει τίποτε τέτοιο όπως το καινούργιο ξεκίνημα. Υπάρχει επιστροφή στην εξωστρέφεια, στον υλικό κόσμο στον οποίο ζούμε.

Κοίταξέ τους

Παρόμοιο με το πρόσες Κάνε έναν Περίπατο είναι και ένα άλλο πρόσες γνωστό ως:

ΚΟΙΤΑΞΕ ΤΟΥΣ

Αν κάποιος πέρασε όλη του τη μέρα μιλώντας σ’ ανθρώπους, πουλώντας σε ανθρώπους ή ασχολούμενος με δύσκολους ανθρώπους, εκείνο που δεν πρέπει να κάνει είναι να το σκάσει από όλους τους ανθρώπους που υπάρχουν στον κόσμο.

Βλέπεις, αυτός που καταπονείται όταν ασχολείται με ανθρώπους έχει συναντήσει μεγάλες δυσκολίες με τους ανθρώπους. Ίσως έχει κάνει κάποια εγχείρηση και η θολή εικόνα των γιατρών που στέκονταν γύρω από το χειρουργικό τραπέζι τον κάνει να ταυτίζει «όλους τους ανθρώπους» με «γιατρούς» (δηλαδή, όλους τους ανθρώπους που στέκονται ακίνητοι). Παρεμπιπτόντως, αυτός είναι ένας από τους λόγους που οι γιατροί είναι τόσο μισητοί στην κοινωνία: επιμένουν σε μεθόδους όπως η εγχείρηση και η αναισθησία, και τα περιστατικά αυτού του είδους μπερδεύονται με τα καθημερινά περιστατικά.

Ένα άτομο μπορεί να αισθανθεί εξάντληση από την επαφή του με άλλους ανθρώπους.

Μια θεραπεία είναι να κάνει ένα περίπατο σε μια περιοχή με πολύ κόσμο, και καθώς περπατάει να στρέφει την προσοχή του στους ανθρώπους.

Καθώς θα κοιτά όλο και περισσότερο τους ανθρώπους...

...θα ανακαλύψει ότι αισθάνεται πιο φιλικά απέναντί τους. Τυχόν αισθήματα υπερέντασης εξαιτίας των ανθρώπων μπορεί να εξαφανιστούν εντελώς.

Όταν νιώθει κανείς εξάντληση λόγω της επαφής μ’ ανθρώπους, αυτό οφείλεται στο ότι έχει προσηλώσει την προσοχή του σ’ ορισμένους ανθρώπους, ενώ πίστευε ότι θα έπρεπε να την έχει σε άλλους. Και αυτή η ένταση της προσοχής του έχει περιορίσει, στην πραγματικότητα, τον αριθμό των ατόμων που παρατηρεί.

Η θεραπεία γι’ αυτό είναι πολύ απλή. Θα πρέπει να πάει κανείς σε ένα πολυσύχναστο μέρος –όπως, για παράδειγμα, σ’ ένα σιδηροδρομικό σταθμό ή σ’ έναν κεντρικό δρόμο– και θα πρέπει απλώς να περπατήσει κατά μήκος του δρόμου παρατηρώντας ανθρώπους. Απλώς κοιτάζει ανθρώπους, αυτό είναι όλο. Λίγο αργότερα, οι άνθρωποι δε θα του φαίνονται πια «τόσο κακοί» και θα τρέφει πολύ πιο ευγενικά αισθήματα απέναντί τους. Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι η κατάσταση που αντιμετωπίζει στη δουλειά του, δηλαδή το να καταπονείται από τους ανθρώπους, θα τείνει να εξαφανιστεί, αν το καθιερώσει να κάνει αυτό το πρόσες αργά το απόγευμα κάθε μέρα για μερικές εβδομάδες.

Αυτό είναι ένα από τα πιο έξυπνα πράγματα που μπορεί να κάνει ένας πωλητής, μια και ο πωλητής, περισσότερο από κάθε άλλον, έχει προσωπικό συμφέρον να μπορεί να χειρίζεται ανθρώπους και να τους κάνει να κάνουν αυτό ακριβώς που θέλει να κάνουν (δηλαδή, να αγοράσουν αυτό που πουλάει). Όταν προσηλώσει την προσοχή του στον εκατοστό πρώτο πελάτη, κουράζεται από την όλη ιδέα τού να μιλάει σε ανθρώπους ή να πουλάει και πέφτει χαμηλότερα στην Τονική Κλίμακα σχετικά με όλες τις ενέργειές του και τις συναλλαγές που έχει, και αρχίζει να θεωρεί τον εαυτό του «απατεώνα», και, στο τέλος, θεωρεί πως δεν είναι απολύτως τίποτε. Αυτός, όπως και οι άλλοι, θα πρέπει απλώς να βρει πολυσύχναστα μέρη και να περπατήσει κοιτώντας ανθρώπους. Μετά από λίγο θα διαπιστώσει ότι οι άνθρωποι πράγματι υπάρχουν κι ότι δεν είναι και τόσο κακοί.

Ένα από τα πράγματα που συμβαίνουν στους ανθρώπους που κατέχουν υψηλές θέσεις στην κυβέρνηση είναι ότι διαρκώς τους «προστατεύουν» από τους άλλους. Τελικά το όλο θέμα τούς προκαλεί αηδία και έχουν την τάση να κάνουν ένα σωρό περίεργα πράγματα (Βλέπε τις ζωές των Χίτλερ και Ναπολέοντα.)

Ευρεία εφαρμογή

Αυτή η αρχή της εσωστρέφειας και της εξωστρέφειας θα μπορούσε να βρίσκει πολύ μεγαλύτερη εφαρμογή σε μια κοινωνία από αυτή που βρίσκει. Η κυβέρνηση και οι επιχειρήσεις γενικά θα μπορούσαν να κάνουν κάτι που θα ξερίζωνε πιθανότατα την ιδέα της απεργίας και θα έφερνε μια πολύ αισθητή αύξηση στην παραγωγή. Οι εργάτες που απεργούν είναι συνήθως δυσαρεστημένοι, όχι τόσο με τις «συνθήκες εργασίας», αλλά με την εργασία την ίδια. Αισθάνονται ότι γίνονται θύματα. Ότι πιέζονται να δουλέψουν σε στιγμές που δε θέλουν να δουλέψουν. Και η απεργία έρχεται ως αληθινή ανακούφιση. Μπορούν να πολεμήσουν κάτι. Μπορούν να κάνουν κάτι άλλο πέρα από το να στέκονται εκεί πέρα και να παίζουν με κάποιο μηχάνημα ή με λογιστικά βιβλία. Οι δυσαρεστημένοι εργαζόμενοι είναι εργαζόμενοι που απεργούν. Αν οι άνθρωποι εξαντλούνται στη δουλειά, αν δεν είναι ευχαριστημένοι με τη δουλειά, αν η δουλειά τούς προκαλεί αναστάτωση, μπορείς να είσαι βέβαιος ότι θα βρουν αρκετά παράπονα για να απεργήσουν. Και, αν η διοίκηση δέχεται αρκετά προβλήματα και έλλειψη συνεργασίας από την πλευρά των ανθρώπων στις χαμηλότερες βαθμίδες της ιεραρχίας, είναι βέβαιο ότι, αργά ή γρήγορα, θα δημιουργήσει καταστάσεις που θα κάνουν τους εργαζόμενους ν’ απεργήσουν. Μ’ άλλα λόγια, οι κακές συνθήκες εργασίας δεν είναι στην πραγματικότητα ο λόγος για τα εργασιακά προβλήματα και τις διενέξεις. Η κόπωση από τη δουλειά την ίδια ή η ανικανότητα να ελέγξουν την περιοχή και το περιβάλλον της δουλειάς, είναι οι πραγματικές αιτίες των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι.

Κάθε διοίκηση θα δώσει έναν αξιοπρεπή μισθό, αν τα έσοδά της το επιτρέπουν και αν δεν είναι τρομερά παράλογη. Και κάθε εργαζόμενος, και την ελάχιστη ευκαιρία να του δώσεις, θα εκτελέσει τα καθήκοντά του με χαρά. Αλλά, όταν το περιβάλλον το ίδιο γίνεται πολύ τεταμένο, όταν η εταιρεία η ίδια εσωστρέφεται λόγω «όβερτ πράξεων» σχετικά με την κυβέρνηση, όταν έχουν δείξει στους εργαζόμενους πως δεν έχουν κανέναν έλεγχο στη διεύθυνση, μπορεί, έπειτα απ’ αυτό, να υπάρξουν εργασιακές διαφορές. Ωστόσο, στη βάση όλων αυτών των φαινομενικών αρχών βρίσκονται οι αρχές της εσωστρέφειας και της εξωστρέφειας. Οι εργαζόμενοι εσωστρέφονται σε τέτοιο βαθμό στα καθήκοντά τους, που δεν είναι πλέον ικανοί να αισθάνονται στοργή για τους αρχηγούς τους και πραγματικά δεν είναι πλέον ικανοί να βλέπουν το περιβάλλον στο οποίο δουλεύουν. Κατά συνέπεια, μπορεί να έρθει κάποιος και να τους πει ότι «όλοι οι διευθυντές είναι τέρατα», πράγμα που προφανώς δεν αληθεύει. Και, στο επίπεδο των διευθυντών, μπορεί να έρθει κάποιος και να πει στους διευθυντές ότι «όλοι οι εργαζόμενοι είναι τέρατα», που ούτε κι αυτό αληθεύει, προφανώς, από την άλλη πλευρά.

Ελλείψει θεραπείας σε ευρεία κλίμακα για τα άτομα, κάτι που θα αποτελούσε ένα γιγάντιο έργο, θα μπορούσαμε να καταρτίσουμε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα που θα έλυνε το πρόβλημα της εσωστρέφειας. Είναι βέβαιο ότι, αν οι εργαζόμενοι ή οι διευθυντές εσωστραφούν αρκετά, θα βρουν έπειτα τρόπους και μέσα για να επινοήσουν παράλογα παιχνίδια –όπως οι απεργίες– και θα διαταράξουν, έτσι, την παραγωγή, τις καλές σχέσεις και συνθήκες ζωής εντός του εργοστασίου, του γραφείου ή της επιχείρησης.

Η θεραπεία θα ήταν να εξωστρέψουμε εργαζόμενους σε πολύ ευρεία κλίμακα. Μια λύση για να το πετύχουμε αυτό θα ήταν να δώσουμε τη δυνατότητα σε όλους τους εργαζόμενους να έχουν δύο δουλειές. Η εταιρεία ή όποιοι έχουν συμφέρον από την εταιρεία –όπως η κυβέρνηση– θα ήταν απαραίτητο να κατασκευάσουν αρκετά «δημόσια έργα» για να παράσχουν στους εργαζόμενους δουλειά που να μην απαιτεί «σημασία στη λεπτομέρεια». Μ’ άλλα λόγια, ένα άτομο που αναγκάζεται να δουλεύει συνεχώς σε κλειστό χώρο και σ’ ένα πολύ καθορισμένο καθήκον, θα βρει μεγάλη ανακούφιση αν είναι σε θέση να βγει και να δουλέψει έξω – ιδιαίτερα σε κάτι άσχετο με τη δουλειά του.

Για παράδειγμα, θα ήταν μεγάλη ανακούφιση για ένα λογιστή να είναι σε θέση να σκάβει για λίγο. Για το χειριστή ενός ακίνητου μηχανήματος, θα ήταν, πραγματικά, πολύ ευχάριστη εμπειρία το να οδηγεί μια μπουλντόζα εδώ κι εκεί.

Ένα σχέδιο σαν κι αυτό, επομένως, θα επέφερε πραγματικά μια ισορροπία ανάμεσα στην εσωστρέφεια και την εξωστρέφεια σε ευρεία κλίμακα. Οι εργαζόμενοι που δουλεύουν σε καθορισμένες θέσεις κι έχουν την προσοχή τους πολύ κοντά στον εαυτό τους θα είχαν τότε την ευκαιρία να κοιτάξουν πιο πλατιά και ν’ ασχοληθούν με πράγματα που τείνουν να τους εξωστρέφουν. Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα ήταν πολύ φιλόδοξο. Αλλά θ’ ανακαλύπταμε, αυτό είναι βέβαιο, ότι θα οδηγούσε σε καλύτερες σχέσεις ανάμεσα στους εργαζόμενους και στη διοίκηση, σε βελτιωμένη παραγωγή και σε μια σημαντική μείωση της έντασης στον εργασιακό και στον κοινωνικό τομέα στο θέμα της δουλειάς και της πληρωμής.

Με λίγα λόγια, υπάρχουν πολλά πράγματα που θα μπορούσαν να γίνουν με τη βασική αρχή της εσωστρέφειας – εξωστρέφειας.

Η αρχή είναι πολύ απλή. Όταν ένα άτομο γίνεται υπερβολικά εσωστρεφές, τα πράγματα στο περιβάλλον του γίνονται λιγότερο πραγματικά, νιώθει λιγότερη στοργή γι’ αυτά και δεν μπορεί να επικοινωνήσει καλά μαζί τους. Όταν είναι σε μια τέτοια κατάσταση, κουράζεται εύκολα. Η εσωστρέφεια οδηγεί σε κόπωση, σε εξάντληση και έπειτα σε ανικανότητα για δουλειά. Το φάρμακο είναι η εξωστρέφεια: μια καλή ματιά στο ευρύτερο περιβάλλον και επικοινωνία με αυτό. Αν αυτό δεν εφαρμόζεται, τότε, εξαιτίας του γεγονότος ότι κάθε εργαζόμενος υπόκειται σε διάφορα χτυπήματα ή ασθένειες, κάθε είδους, το αποτέλεσμα θα είναι μια ελικοειδής πτώση , η οποία θα κάνει τη δουλειά όλο και λιγότερο ευχάριστη για κάποιον, ώσπου, τελικά, δε θα μπορεί να δουλέψει καθόλου. Και αυτή είναι η βάση μιας κοινωνίας που δεν είναι μόνο μη παραγωγική, αλλά και εγκληματική.

καθηλωμένη ή κρατημένη σταθερά.

ανίκανος να δει μακριά.

αγάπη, αρέσκεια ή οποιαδήποτε άλλη συναισθηματική διάθεση, ο βαθμός αρεσκείας. Ο βασικός ορισμός της στοργής είναι η θεώρηση της απόστασης, είτε είναι καλή είτε κακή.

αποτελέσματα ή συνέπειες .

ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε κάτι για συγκεκριμένους ξεχωριστούς λόγους.

Αδόλφος Χίτλερ (1889-1945), πολιτικός ηγέτης που οραματίστηκε τη δημιουργία μιας ανώτερης φυλής που θα κυβερνούσε για χίλια χρόνια ως η Τρίτη Γερμανική Αυτοκρατορία. Αναλαμβάνοντας διά της βίας την εξουσία στη Γερμανία το 1933, ξεκίνησε τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο (1939-45) θέτοντας ένα μεγάλο τμήμα της Ευρώπης υπό την κυριαρχία του και σκοτώνοντας εκατομμύρια Εβραίους και άλλους που θεωρούσε κατώτερους. Αυτοκτόνησε το 1945, όταν πλησίαζε η ήττα της Γερμανίας.